Thursday, June 26, 2008

ΘΛΙΨΗ.



Θλίψη...

Μια φορά και έναν καιρό, αυτή ήταν μια ευτυχισμένη οικογένεια. Σήμερα, ο μπαμπάς είναι στη φυλακή, το εξάχρονο κοριτσάκι σε ίδρυμα και η αρκούδα στο κλουβί ενός ζωολογικού κήπου, όπου αρνείται πεισματικά να φάει. Διότι στην περίπτωσή τους, ο ινδικός νόμος εξάντλησε όλη την αυστηρότητά του χάνοντας τελικά το δίκιο του. Ο 35χρονος Ραμ Σινχ Μούντα, βλέπετε, βρήκε την αρκούδα μωρό, εγκαταλελειμμένη από τη μητέρα της, στα δάση της Ινδίας. Η αρκουδίτσα βαφτίστηκε Rani, Βασίλισσα, και έγινε η χαρά του σπιτιού- ορφανή από μητέρα είχε μείνει πρόσφατα και η κόρη του. Αλλά τελικά η ιστορία μαθεύτηκε και οι αρχές θυμήθηκαν τους νόμους περί αγρίων ζώων. Ακτιβιστές υπέρ των δικαιωμάτων των ζώων προσπαθούν τώρα να επανενώσουν την οικογένεια.
Και η απορία μου είναι η εξής:
Ο.Κ, ο Νόμος είναι Νόμος, αλλά κάποιες φορές δεν πρέπει να λαμβάνονται υπόψην οι ανθρώπινοι παράγοντες κατα τη διαδικασία μιας απόφασης?
Δεν αναφέρομαι στη συγκεκριμένη περίπτωση.
Μου έρχονται κι'άλλες στο μυαλό, που κυκλοφορούν ανάμεσά μας.

Thursday, June 19, 2008

DOWN TOWN!


Προάστιο η κέντρο?
«Είσαι τρελή», αναφωνεί η μάζα όταν δηλώνω απερίφραστα υπέρ του κέντρου.
Τα τελευταία δύο χρόνια μετακινούμαι μεταξύ ενός δυαρίου σε γνωστή και παμπάλαια περιοχή τίγκα κέντρο και του μανουλόσπιτου που είναι μια μονοκατοικιούλα σε προάστιο. Εδώ και ένα χρόνο το μανουλόσπιτο έχει κερδίσει points μιας και αφ’ενός ανάρρωνα από το περσινό σφάξιμο, αφ’ετέρου δούλευα πολύ και η δουλειά είναι δίπλα στο μανουλόσπιτο και μου’πεφτε κομματάκι βαρύ το ταξίδι στο κέντρο κατά τις 11 το βράδυ που ξεμπέρδευα. Η επίσημη βάση πάντως παραμένει το κεντράκι. Και είμαι έτοιμη να καταρρίψω ένα-ένα τα χαζά επιχειρήματα εναντίον του κέντρου που μου χτυπάνε συνεχώς κάποιοι για τους οποίους το ταξίδι στην πλατεία Εξαρχείων ισοδυναμεί με πενθήμερο στη μαγευτική Ουγκάντα.

1: Πολλοί μετανάστες.
Αρνούμαι και να το σχολιάσω. Προτιμώ στο δρόμο να κυκλοφορεί οποιοσδήποτε, παρά ΚΑΝΕΝΑΣ (θα αναλυθεί παρακάτω).

2: Εγκληματικότητα.
Α χα χα! Κατά πρώτον αν παρακολουθήσετε το εγκυρότατο δελτίο του Alter, θα διαπιστώσετε με φρίκη πως οι περιοχές με τον υψηλότερο δείκτη εγκληματικότητας είναι το Μαρούσι, η Αγία Παρασκευή, ο Γέρακας και τα Μεσόγεια. Και όχι το κέντρο (του οποίου παρεμπιπτόντως αντιπροσωπευτικό δείγμα δεν αποτελεί βεβαίως η Μενάνδρου, χαίρω πολύ!)

Το διαμέρισμα στο κέντρο έχει ληστευτεί μόνο μια φορά και αυτό Δεκαπενταύγουστο.
Μόνο τότε θα μπορούσαν, εφ’όσον βρισκόμαστε στον έκτο με άλλα τέσσερα διαμερίσματα στον ίδιο όροφο. Ήταν μαλιστα τόσο ευγενείς, που τηλεφώνησαν άπειρες φορές στο σταθερό να τσεκάρουν εκατό τοις εκατό πως δεν είμαστε μέσα, διαπιστώσαμε από τις αναπάντητες με απόρρητο.

Αντιθέτως, το πατρικό μου έχει στην κυριολεξία καταληστευτεί. Μας το έχουν ανοίξει τουλάχιστον έξι φορές. Τις περισσότερες δεν υπήρχε κάποιος μέσα. Όμως δε λείπανε τριήμερο ή κατι τέτοιο, οι διαρρήξεις έγιναν πχ γύρω στις 11 το πρωί που η μαμά μου είχε βγεί μία ώρα πχ για να πάει στη λαική (τουτέστιν μπορεί και να γύριζε). Πριν εννιά χρόνια ακριβώς ο ληστής μπήκε θρασύτατα μέσα στο δωμάτιό μου νύχτα, την ώρα που κοιμόμουν. Φανταστείτε τι έπαθα. Ευτυχώς αρχισα να ουρλιάζω και ο Χοντρός Σεκιούριτι να γαβγίζει και ο τύπος έφυγε τρέχοντας. Προφανώς ήταν ανειδίκευτος αλλιώς αυτή τη στιγμή θα σας έγραφα από την κόλαση.
Φυσικά τα ουρλιαχτά μου δεν τα άκουσε κανείς εφ’όσον τότε υπήρχαν μόνο πολύ-πολύ αραιές μονοκατοικίες στη γειτονιά, μόνη μου πήρα τους μπάτσους ανακαλύπτοντας με φρίκη πως καλύτερα θα μπορούσα να έχω συνεννοηθεί με το διαρρήκτη παρά ‘αυτούς. Από τότε η διανυκτέρευση σε μονοκατοικία μόνη μου δεν παίζει στο χάρτη. Delete.

3: Ησυχία στο δρόμο.
Δεν τη θέλω ακριβώς για τους λόγους που ανέλυσα παραπάνω. Στο κέντρο ότι ώρα και να γυρίσω σπίτι, νιώθω ασφαλής. Πάντα κυκλοφορεί κόσμος στο δρόμο και τα φώτα είναι ανοιχτά. Κι’ένας να κάνει μαλακία, αν φωνάξεις εμφανίζονται δέκα πρόθυμοι να καθαρίσουν. Αντιθέτως, η διαδρομή από την πλησιέστερη στάση του μετρό στο πατρικό μου, διαρκεί ένα τέταρτο και ισοδυναμεί με το sequel του express του μεσονυχτίου…Με το που θα σκοτεινιάσει ειλικρινά στο δρόμο δεν κυκλοφορεί κουνούπι. Φοβάμαι. Δε μου έχει τύχει κάτι πολύ-πολύ τραγικό, αλλά ένας τσαντάκιας και ένας επιδειξίας που μου έχουν τύχει στο κέντρο θα κάνανε τη δουλειά τους και θα φεύγανε, κι’εδώ αυτό έκαναν αλλά και να ήθελαν να με σκοτώσουν θα ήταν απίθανο να ανακαλύψει κάποιος το πτώμα μου αν δεν είχαν περάσει τρεις ώρες από το ντου. Πόσο μαλλον να με βοηθήσει…Σε φίλους από την περιοχή έχουν συμβεί και χειρότερα, με αποκορύφωμα τελευταία τις συνεχείς κλοπές αυτοκινήτων από το πανέρημο μετρό.

Ούτε το μεσημέρι δεν κυκλοφορεί άνθρωπος εδώ. Όταν περπατάω γύρω στις 3 με 4, η περιοχή μου θυμίζει τη μέρα που άρχισε η κατοχή και οι κάτοικοι κλείστηκαν στα σπίτια και κρυφοκοίταζαν τα τανκς! Για όλους αυτούς τους λόγους λοιπόν, θέλω ΚΟΣΜΟ στο δρόμο, μέρα-νύχτα. Και αυτοκίνητα. Δε με πειράζει..

4: Η μονοκατοικία ισοδυναμεί με ηρεμία.

ΛΑΘΟΣ.. Εξαρτάται από τις συνθήκες Βλέπετε, δίπλα από το πατρικό το δικό μου, έχτισε σπίτι η οικογένεια Άνταμς. Τους αξίζει ένα ξεχωριστό ποστ κάποια στιγμή. Αρκούμαι στο να αναφέρω προς το παρόν πως ο θόρυβος που παράγουν ισοδυναμεί με τα ντεσιμπέλ δέκα νηπιαγωγείων και είκοσι παιδότοπων μαζί. Αν δεν υπήρχε το Χοντρό Όνειρο (όταν έχεις κατοικίδιο πρέπει να τα πηγαίνεις καλά με τους γείτονες) θα είχαμε βριστεί πολύ-πολύ άσχημα. Και αυτή τη στιγμή που σας γράφω και είναι 16:30 ουρλιάζουν σαν υστερικοί λύκοι.
Συμπέρασμα: Καλύτερα νορμάλ γείτονας μεσοτοιχία στην πολυκατοικία παρά θορυβώδης στην εξοχή…

Όταν δεν έχεις ζήσει κάπου, είναι σχέτος ρατσισμός το να θεωρείς ψυχανώμαλο τον άνθρωπο που το επιλέγει. Ακόμη και οι δικοί μου φρικάρουν όταν συνειδητοποιούν πως αποκλείεται να ζήσουμε κάποτε στο σπίτι στα προάστια που κάποτε θα μας κληροδοτηθεί. Γούστα είναι αυτά. Μία μονοκατοκιούλα στα προάστια μπορεί άνετα να πουληθεί και να σου πρσφέρει εκείνο το τριαράκι που ονειρευόσουν από φοιτήτρια στην Καλλιδρομίου (που έχει και ησυχία…). Ή εκείνο το ερειπιάκι στο Θησείο που το πουλάνε κοψοχρονιά και μακάρι να είχες το κεφάλαιο να το παρεις και να το ανακαινίσεις. Και μία βόλτα εκεί ειδικά τώρα που καλοκαίριασε νομίζω πως μπορεί να πείσει ακόμη κι’αυτή την ξεχωριστή κατηγορία των στριμμένων του «Πως μπορείς και ζεις μες τη βρώμα και τους αλλοδαπούς σ’ένα μέρος που εγώ δε γνωρίζω γιατί δεν έχω πατήσει ποτέ και βλέπω πολλές ειδήσεις!»

Thursday, June 12, 2008

KOMMATIA...



Εργασιομανείς…τους μισώ! Τους δύο τελευταίους μήνες δουλεύω ασταμάτητα. Πρωί, μεσημέρι, απόγευμα, βράδυ, Σάββατο, Κυριακή…ούτε μισή ώρα διάλειμμα για να φάω κάτι σαν άνθρωπος και όχι σάντουιτς Everest στο χέρι.( το οποίο δε θέλω να ξαναδώ ζωγραφιστό όλο το υπόλοιπο καλοκαίρι). Ένας συνεχής πονοκέφαλος εγκατεστημένος στο κεφάλι μου και μια συνεχής κόπωση στα μέλη του σώματός μου.
Νομίζω πως πρωταγωνιστώ σε ένα φριχτό video game του οποίου τα levels ανεβάζει συνεχώς κάποια άγνωστη σαδίστρια που κάποτε της έφαγα το γκόμενο κι αυτή έμπλεξε με την ινδική φιλοσοφία καταφέρνοντας να ρυθμίσει τη ζωή μου με τη σκέψη της και μόνο. Εννοείται πως ο αυτόματος πιλότος – σωτήρας ρυθμίζει μεν την εργασιακή ζωή μου, αδυνατεί δε πλέον να απαντήσει σε απλούστατες ερωτήσεις όπως «(Τι) έφαγα σήμερα??», «Τι δουλειά έχει αυτό το cd στην τσάντα μου που το πρωί δεν υπήρχε?», «Με ποιόν μίλησα πριν μερικά δευτερόλεπτα στο τηλέφωνο και του είπα πως θα τον παρω πίσω?», «Γαμώτο, χτες ήταν τα γενέθλια???»…

Αν συνέχιζα έτσι το πιο πιθανό θα ήταν σε λίγο καιρό να μη θυμόμουν το ΑΦΜ, το σπίτι μου, αν έχω αδέρφια και το πώς βάζουμε ένα κοτόπουλο με πατάτες στο φούρνο. Μπορεί να ξεχνούσα και πως να παίζω πιάνο, πράγμα που ούτε οι αμνήμονες δεν το παθαίνουν. Έχω βαρεθεί να απολογούμαι σ’όλο τον κόσμο για την έλλειψη χρόνου μου, έχω κουραστεί να ακούω ειρωνικά σχόλια του στυλ «Καλέ τι κάνεις, την προίκα σου μαζεύεις??? Έλεος! »
‘Ελεος κι σύ και σου διαφεύγει προφανώς πως τους δύο επόμενους μήνες ΔΕ δουλεύω και θα τρώω την προίκα μου πίνοντας μπυρόνια στην παραλία στην υγειά σου! Θα σου στέλνω και μηνυματάκια στο γραφείο να δούμε πως θα γουσταρίζεις!»
Πρώτο συμπέρασμα λοιπόν: Δεν πρέπει να πρήζουμε τον κόσμο που δουλεύει πολύ! Προφανώς, είτε έχει τους λόγους του, είτε δε μπορεί να κάνει αλλιώς!

Αυτό που δε μπορώ εγώ να καταλάβω, εξαιρώντας απ’αυτή μου την ηλίθια απορία τους φίλους καλλιτέχνες, είναι το πώς γίνεται κάποιος να ΓΟΥΣΤΑΡΕΙ να δουλεύει τόσο πολύ ΟΛΟ ΤΟ ΧΡΟΝΟ! Ξέρω πολύ κόσμο που βαράει δωδεκάωρα, όχι βέβαια οικειοθελώς, αλλά ταυτόχρονα βαράει και οχτακόσιες χριστοπαναγίες την ημέρα επί τούτου και τα νεύρα του δεν είναι καθόλου μα καθόλου καλά. Ξέρω και κόσμο που κάθε μέρα ξυπνάει με δέκατα εξαιτίας της υπερκόπωσης. Ξέρω κόσμο που ο μοναδικός λόγος για τον οποίο παλεύει να μπει στο δημόσιο δεν είναι ούτε η μονιμότητα, ούτε τα (ενδεχομένως) καλύτερα χρήματα, ούτε οι άδειες, αλλά το πολυπόθητο οκτάωρο. Ξέρω κόσμο που έχοντας μια οικονομική άνεση, προσπαθεί να δουλεύει όσο το δυνατόν λιγότερο εφ’όσον τα έξτρα εισοδήματά του του επιτρέπουν να απασχολείται λίγες ώρες με πενιχρή αμοιβή. Και καλά κάνει.

Ξέρω όμως και κόσμο, λίγους βέβαια, που ΠΟΡΩΝΟΝΤΑΙ με τη δουλειά, που ΤΡΕΛΑΙΝΟΝΤΑΙ αν έχουν ένα απόγευμα ελέυθερο, που ΣΙΧΑΙΝΟΝΤΑΙ το Σαββατοκύριακο γιατί νιώθουν έξω απ’τα νερά τους, χωρίς κατ’ανάγκη τα δωδεκάωρα και βάλε εργασίας να αμείβονται με εξ’ίσου ικανοποιητικά χρήματα. Και θέλω να μου εξηγήσεις αγαπητέ αναγνώστη, ΠΩΣ ΣΤΟ ΔΙΑΟΛΟ γίνεται αυτό??? Δεν κουράζονται? Δε θέλουν να πάμε μια βόλτα στα μαγαζιά? Πότε μαγειρεύουν και πότε καθαρίζουν το σπίτι τους? Πότε πηγαίνουν σούπερ-μάρκετ? Πότε πλένουν και πότε σιδερώνουν? Αποκλείεται να είναι όλοι απο’κείνους τους σιχαμένους κωλόφαρδους που με τρεις ώρες ύπνο την ημέρα είναι πάντα φρέσκιοι και ορεξάτοι να ριχτούν στη δουλειά! Γιατί δεν είναι πτώματα? Γιατί δεν αγανακτούν? Γιατί δε νιώθουν την ανάγκη να κάνουν κάτι άλλο?

Εννοείται πως εγώ δεν είμαι τίποτα απ’όλα αυτά. Τα χειμωνιάτικα βρίσκονται ακόμη στη θεσούλα τους και τα καλοκαιρινά σε σακούλες από τις οποίες βουτάω ότι βρώ μπροστά μου. Αν ένας μπάτσος έβλεπε τυχαία το δωμάτιό μου αμέσως θα έψαχνε για αποτυπώματα του δράστη του μακελειού. ΠΛΗΡΩΣΑ γυναίκα για να σιδερώσει τα καλοκαιρινά που λέγαμε κι δε ντρέπομαι καθόλου. ΠΛΗΡΩΣΑ και κομμώτρια να έρθει Κυριακή βράδυ στο σπίτι μετά τη δουλειά και να μπογιατίσει το φουντωτό χάος που θα μ’έστελνε πιθανότατα στο θάνατο όταν θα μ’έπαιρνε ο ύπνος στη μπανιέρα περιμένοντας να πιάσει η βαφή και βουλιάζοντας αργά-αργά στο αφρόλουτρο. Νομίζω πως έχω πάθει υπερκόπωση και πως αν δεν ήξερα πως σε μερικές μέρες τελειώνουν όλα θα τα είχα παρατήσει και θα πήγαινα στο χωριό μου να παντρευτώ τον πιστό συγχωριανό και να πήζω τυρί με μεγάλη ευχαρίστηση ένα πενταωράκι την ημέρα.

«Δεν έχω πάντα τόση δουλειά», μου ομολογεί η Μ. «Απλώς βαριέμαι να πάω σπίτι. Τι να κάνω μόνη μου? Τρώω στο γραφείο, σερφάρω όταν τελειώσει η δουλειά, μιλάω με τους υπόλοιπους, μια χαρά!»
( Α χα! Άρα, δεν είναι όλοι υποχρεωμένοι να μένουν μέχρι τόσο αργά…)
«Ξέρεις τι γίνεται σπίτι με τα μωρά να σκούζουν και τη μάνα μου με την πεθερά μου μόνιμες??? Της πουτάνας! Γραφείο και πάλι γραφείο!»
(Α χα number two!)
«Απολύσανε έναν και προσφέρθηκα ν’αναλάβω εγώ τη δουλειά του! Δε με νοιάζει και να μην πληρώνομαι υπερωρίες, έ, αντί για τις 7 θα φεύγω κατά τις 10 το βράδυ! Θα κάνω και καλή εντύπωση!»
(Από κάτι τέτοιους παπάρες σαν κι εσένα χάλασε η πιάτσα I think…)
«Αν βλέπουν πως είμαι παραγωγικός και δεν έχω προσωπική ζωή αφού κάθομαι μέχρι και τις 12 το βράδυ δε μπορεί, κάποτε μπορεί να μου προτείνουν να γίνω συνέταιρος! Το κακό είναι πως ο μισθός μου δε φτάνει για δάνειο…»
(Και το μυαλό σου δε φτάνει την τρίχρονη ανηψιά μου επίσης…)

Ιδού λοιπόν. Δύο κατηγορίες. Οι μεν κοντεύουν να ψοφήσουν η ν’αρχίσουν τις κόκκες για ν’αντέξουν, οι δε γουστάρουν. Οι μεν ονειρεύονται τη μέρα που θα δουλέψουν οχτάωρο, οι δε τη μέρα που οι τζάμπα κόποι τους θ’ανταμειφθούν. Οι μεν ονειρεύονται σκασιαρχείο μία καθημερινή και φραπεδάκι στον ήλιο, οι δε φρικάρουν και μόνο στην ιδέα πως θ’αφιερώσουν χαμένη ώρα σε κάτι που δεν έχει σχέση με την «καριέρα» τους.

Όσο για μένα? Δηλώνω υπεύθυνα πως αν κάποτε αναγκαστώ , κάτι που φαίνεται πολύ πιθανόν, να δουλεύω δεκαπέντε ώρες την ημέρα για λεφτά της πλάκας, θα μπω στην παρανομία χωρίς καμία τύψη. Θα πουλάω ναρκωτικά, θα γίνω βίζιτα, δεν ξέρω τι άλλο, αλλά τα νεύρα μου κάπου θα ξεσπάσουν. Πιθανόν ν’αρχίσω κι εγώ ν’απαγάγω κυρίους. Σαν αυτόν της φωτογραφίας. Κάτι σαν τους εργοδότες της πρώτης ομάδας φίλων. Το πιο λογικό βέβαια, πράγμα που αποτελεί και τ’όνειρο ζωής μου, είναι να γίνω κάποια σαν τους εργοδότες της δεύτερης ομάδας φίλων. Να εκμεταλλεύομαι κορόιδα που γουστάρουν τη σκλαβιά. Τι ευτυχία! Και αυτοί θα κάνουν το χόμπι τους και εγώ θα τα’κονομάω! Γιατί με τη μεριά τους μάλλον δε θα συνταχτώ ποτέ…

Thursday, June 5, 2008

.....



Δεν ασχολήθηκα πολύ με το θέμα, μόνο λίγη τηλεόραση χτες και μια μεγάλη βόλτα στο διαδίκτυο πριν από λίγο.

Έχω πάθει σοκ. Με σχόλια σε διάφορα μπλόγκς του τύπου

"Πουστάρα και κοκκάκιας ήτανε, καλά να πάθει"

"Όποιον ανακατευεται με τα πίτουρα τον τρώνε οι κότες"

"Τόσοι χάνονται κάθε μέρα και σας πείραξε η παλιοαδερφή?"

"Ετσι να ξεβρωμίζει η πιάτσα και να'χει καλύτερα πρότυπα η νεολαία μας"

Επαναλαμβάνω πως έχω πάθει σοκ.

Πώς μπορεί να χωράει τόσο μεγάλη κακία σε τόσο μικρά μυαλά?

Πόσο κανίβαλοι έχουμε γίνει?

Ανακαλύπτω με φρίκη πως η βλακεία είναι τελικά μία τεράστια τρύπα στον εγκέφαλο από την οποία φυσικά σύντομα εισχωρεί και η κολλητή της, η κακία. Και μέχρι το τέλος συγκατοικούν μαζί, ευτυχισμένες.

Σε ελάχιστους αξίζει πραγματικά ένα τέτοιο τέλος. Και δυστυχώς δε θα το βρουν ποτέ.

Δεν κατάφερες να σωθείς, σώθηκες όμως από όλους αυτούς τους σκατόψυχους.

Καλό ταξίδι Κύριε Σεργιανόπουλε.

Καλό ταξίδι Κύριε Μαρκορά.